Στις 15 Νοεμβρίου του 1907, στο κάστρο Γκρίφστάιν (Griefstein) του Γιέτινγκεν (Jettingen) της Σουαβίας, γεννήθηκε ο αξιωματικός του Γερμανικού Στρατού της Βέρμαχτ, Κλάους Φίλιπ Μαρία Σενκ Κόμης του Στάουφενμπεργκ (Claus Philipp Maria Schenk Graf von Stauffenberg), βασικό στέλεχος της συνωμοσίας της 20ης Ιουλίου 1944, που απέβλεπε στη δολοφονία του Αδόλφου Χίτλερ και την κατάληψη της εξουσίας στη Γερμανία.
Η οικογένεια του Κλάους ήταν μία από τις πιο παλιές, αριστοκρατικές και ρωμαιοκαθολικές στο θρήσκευμα οικογένειες της Γερμανίας και η εκπαίδευση των παιδιών της υπήρξε βασική προτεραιότητα. Ο αρχικός προσανατολισμός του νεαρού Κλάους ήταν προς τη Φιλολογία και τις Καλές Τέχνες. Το 1926, ο ίδιος και οι μεγαλύτεροι αδελφοί του γνώρισαν τον Γερμανό ποιητή Stefan George και εντάχθηκαν στον κύκλο του, από τον οποίο αργότερα θα αναδύονταν τα κυριότερα μέλη της αντίστασης απέναντι στο Ναζιστικό καθεστώς. Εκείνος ωστόσο, είχε ήδη στραφεί σε στρατιωτική καριέρα και το 1930, ολοκλήρωσε τις στρατιωτικές του σπουδές.
Η στάση του ναζιστικού καθεστώτος απέναντι στους Καθολικούς ήταν μόλις και μετά βίας ανεκτική και παρά το γεγονός ότι, από το 1933, μεταξύ Καθολικής Εκκλησίας και Κράτους είχε υπογραφεί συμφωνία, η κυβέρνηση την παραβίαζε κατ’ επανάληψη. Μια παρέμβαση διαμαρτυρίας του Πάπα Πίου του XI σε αυτήν την τακτική της κυβέρνησης, αύξησε την αντιπάθεια του Κλάους προς το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα, κάτι το οποίο δεν είχε εκφραστεί έως τότε.
Το 1939, το Σύνταγμά του έλαβε μέρος στην εκστρατεία της Πολωνίας. Εκεί ο Κλάους ήρθε αντιμέτωπος με την ωμότητα ορισμένων γερμανικών μονάδων και κυρίως των SS, ενώ ήδη από το 1938, είχε ήδη γίνει απολύτως αντιληπτή η ρατσιστική πολιτική του καθεστώτος, με αποκορύφωμα τη Νύχτα των Κρυστάλλων. Όλα αυτά κλόνισαν ακόμα περισσότερο τη στάση του νεαρού στρατιωτικού έναντι του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος.
Μετά την εκστρατεία της Πολωνίας, η μονάδα του έλαβε μέρος στην εκστρατεία κατά της Γαλλίας. Οι νίκες της Βέρμαχτ, που μέσω της προπαγάνδας αποδίδονταν στον ίδιο τον Φύρερ, εντυπωσίαζαν τους περισσότερους αξιωματικούς του Γερμανικού Στρατού, το ίδιο και τον Κλάους, που εκείνη την περίοδο τιμήθηκε με τον Σιδηρό Σταυρό Α΄ τάξης. Την εκστρατεία της Γαλλίας ακολούθησε η εκστρατεία στη Ρωσία. Η διαταγή του Χίτλερ για επί τόπου εκτέλεση των πολιτικών κομισάριων του Ερυθρού Στρατού, βρήκε τον Κλάους, όπως και την πλειοψηφία των ανώτατων αξιωματικών, εντελώς αντίθετο. Η εκστρατεία στην ΕΣΣΔ υπήρξε καθοριστικής σημασίας για τον νεαρό αξιωματικό, που τότε εδραίωσε την πεποίθησή του, ότι στην Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση υπήρχε σημαντική ανεπάρκεια και ότι οι διαταγές που εξαπολύονταν από αυτήν ήταν εντελώς ανορθόδοξες και μη εφαρμόσιμες. Και αυτό αποδιδόταν στο γεγονός, ότι ο ίδιος ο Χίτλερ είχε αναλάβει την Ανώτατη Διοίκηση, παροπλίζοντας ικανά στρατιωτικά στελέχη. Ταυτόχρονα, οι βιαιοπραγίες κατά των Εβραίων και κατά των αιχμαλώτων πολέμου προκαλούσαν πια αηδία στον νεαρό αξιωματικό.
Όλα αυτά τον ώθησαν να έρθει πλέον, το 1942, σε άμεση επαφή με το αντιστασιακό κίνημα που είχαν αναπτύξει ορισμένοι αξιωματικοί της Βέρμαχτ, χωρίς ωστόσο να έχει ακόμα τότε υπόψη του την ιδέα μιας βίαιης ανατροπής του Χίτλερ. To 1943, ο Στάουφενμπεργκ προήχθη σε αντισυνταγματάρχη και εστάλη στην Αφρική, όπου τραυματίστηκε σοβαρά, χάνοντας το αριστερό του μάτι, τον δεξιό του βραχίονα και δύο δάκτυλα από το αριστερό του χέρι. Για τους παραπάνω λόγους, παρασημοφορήθηκε με το Χρυσό Μετάλλιο Τραυματιών Πολέμου και με τον Χρυσό Σταυρό Ανδρείας.
Ωστόσο, παραμένοντας επί 3μήνου στο νοσοκομείο, είχε τον απαιτούμενο χρόνο να σκεφθεί την κατάσταση με ψυχραιμία και να καταλήξει στο συμπέρασμα, ότι ο Χίτλερ οδηγούσε την πατρίδα του σε καταστροφή. Με την επάνοδό του στον Στρατό ως αξιωματικός εν εφεδρεία, τοποθετήθηκε στις Εσωτερικές Δυνάμεις στο Βερολίνο, ενώ αποτελούσε ήδη ενεργό μέλος της αντιστασιακής ομάδας.
Η συνωμοσία για τη δολοφονία του Χίτλερ δεν ήταν υπόθεση που ξεκίνησε εκείνη την περίοδο. Είχε ξεκινήσει να οργανώνεται ήδη πριν από την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, από στρατιωτικά στελέχη που είχαν παραγκωνιστεί από τον Χίτλερ. Πρώτη απόπειρα εναντίον του οργανώθηκε τον Μάρτιο του 1943, όταν ο δικτάτορας αποφάσισε να μεταβεί στο Χάρκοβο. Προσεκτικά κατασκευασμένος εκρηκτικός μηχανισμός είχε μετατραπεί σε σχήμα φιαλών του κονιάκ, που θα δωρίζονταν στον υπασπιστή του κατά την στιγμή της επιβίβασης μαζί του στο αεροσκάφος για το ταξίδι της επιστροφής. Παρά την όλη προετοιμασία, ο μηχανισμός δεν εξεράγη και το αποτέλεσμα δεν ήταν το αναμενόμενο. Έτσι, ο Χίτλερ επέστρεψε ασφαλής από την επίσκεψή του στο Ανατολικό Μέτωπο.
Μια επόμενη, πολύ προσεκτικά σχεδιασμένη απόπειρα, προγραμματίστηκε να γίνει το 1944. Η υπηρεσία του Στάουφενμπεργκ ήταν ιδανική για τους συνωμότες, ωστόσο πέντε απόπειρες εναντίον του δικτάτορα ματαιώθηκαν, άλλοτε επειδή το πρόγραμμά του ήταν ακανόνιστο, άλλοτε επειδή κάποια μυστηριώδης καλοτυχία τον προστάτευε. Μία τελευταία ευκαιρία των συνωμοτών ανέλαβε να υλοποιήσει ο Στάουφενμπεργκ, μεταβαίνοντας στις 20 Ιουλίου του 1944 στο Ράστενμπουργκ και καταφέρνοντας να τοποθετήσει βόμβα με τη μορφή χαρτοφύλακα στο δωμάτιο του Χίτλερ. Η απόπειρα, για μία ακόμα φορά, δεν είχε τα αναμενόμενα αποτελέσματα και ο Φύρερ κατάφερε να γλυτώσει, φέροντας μόνο κάποιες μικρές αμυχές και μια ρήξη τυμπάνου.
Η απόπειρα εναντίον του συσχετίστηκε με την απουσία του Στάουφενμπεργκ, που συνελήφθη αμέσως. Μετά από ένα σύντομο Στρατοδικείο, ο Κλάους φον Στάουφενμπεργκ και οι υπόλοιποι συνεργάτες του κρίθηκαν ένοχοι και εκτελέστηκαν άμεσα, τη νύχτα της 21ης Ιουλίου 1944, κάτω από το φως φανών αυτοκινήτου. Σήμερα, στο σημείο εκτέλεσης στο κτίριο της Bendlerstrasse (Επιτελείο Στρατού), υπάρχει ένα μικρό μνημείο, ενώ το κτίριο του Bendlerblock αποτελεί μνημείο της Γερμανικής Αντίστασης κατά του Χίτλερ.
Μετά την απόπειρα, σκληρά αντίποινα περίμεναν ολόκληρη την οικογένεια Στάουφενμπεργκ. Συνελήφθησαν και φυλακίστηκαν όλα της τα μέλη, μεταξύ αυτών ακόμα και τα ανήλικα παιδιά του Κλάους, και διατάχθηκε η εξάλειψη του ονόματος της οικογένειας «από όλα τα ληξιαρχεία του Ράιχ». Η σύζυγος του Κλάους, Νίνα, αν και έγκυος στο πέμπτο τους παιδί, φυλακίστηκε στο Στρατόπεδο Στούτχοφ, όπου και το γέννησε. Τα υπόλοιπα παιδιά υποχρεώθηκαν σε κατ’ οίκον περιορισμό, μέχρι το τέλος του πολέμου. Εξαιτίας της διαταγής περί παραγραφής του ονόματος Στάουφενμπεργκ, υποχρεώθηκαν επίσης να αλλάξουν το επώνυμό τους. Η Νίνα απεβίωσε το 2006, σε ηλικία 92 ετών.