Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι

Στις 11 Νοεμβρίου του 1821, γεννήθηκε στη Μόσχα ο κορυφαίος Ρώσος συγγραφέας, Φιοντόρ Μιχάηλοβιτς Ντοστογιέφσκι (Фёдор Михайлович Достоевский).

Ovi_greece_1116_038a.gifΗ οικογένεια του Ντοστογιέφσκι δεν ανήκε στην αριστοκρατική τάξη. Ο πατέρας του ήταν γιος κληρικού και σύμφωνα με την παράδοση της εποχής, θα έπρεπε να είχε γίνει και ο ίδιος κληρικός. Ωστόσο κατάφερε να σπουδάσει Ιατρική και έγινε στρατιωτικός γιατρός, επάγγελμα που του εξασφάλισε μια κοινωνική θέση μεταξύ των ορίων της αριστοκρατίας και των “Rasnotchinzen”, εκείνων δηλαδή που δεν προέρχονταν από την αριστοκρατική τάξη, είχαν όμως αποκτήσει προσβασιμότητα στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα, μέσα από τη μόρφωση, την επαγγελματική τους ιδιότητα (κυρίως γιατροί, δάσκαλοι, συγγραφείς, δημοσιογράφοι, καλλιτέχνες) και γενικότερα, το υψηλό πνευματικό τους επίπεδο. Κατ’ αυτήν την έννοια, ο πατέρας Ντοστογιέφσκι κατάφερε με πολύ αγώνα να εισχωρήσει στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα, χωρίς όμως να αποκτήσει ποτέ το κοινωνικό τους κύρος. Δέκα χρόνια μετά τη γέννηση του γιου του, αγόρασε για την οικογένειά του ένα μεγάλο αγρόκτημα, ώστε τα μέλη της να έχουν πρόσβαση στην αριστοκρατία.

Σε αυτό το περιβάλλον μεγάλωσε και ο συγγραφέας, χωρίς φτώχεια και στερήσεις, σε μια ζωή όμως μετρημένη και οργανωμένη από οικονομικής πλευράς, παρατηρώντας εκ παραλλήλου την πραγματική φτώχεια των κατώτερων τάξεων της χώρας του. Εκεί έλαβε και την πρώτη του κατ’ οίκον εκπαίδευση σύμφωνα με τα πρότυπα της εποχής, ώσπου εισήχθη οικότροφος σε γαλλόφωνο σχολείο της Μόσχας και αργότερα, μετά το πέρας της βασικής εκπαίδευσης, σε κρατική στρατιωτική σχολή μηχανικών, στην Πετρούπολη. Η ροπή του προς τη λογοτεχνία είχε εκδηλωθεί ήδη από τα χρόνια της σχολικής του εκπαίδευσης και παρά το γεγονός ότι για κάποια χρόνια ακολούθησε επαγγελματικά τον δρόμο που χάραξαν οι σπουδές του, το 1843 – τέσσερα χρόνια μετά τη δολοφονία του πατέρα του από χωρικούς της περιοχής – αποχώρησε οριστικά από το επάγγελμα του μηχανικού και ασχολήθηκε αποκλειστικά με το γράψιμο.

Τον 1849, ο Ντοστογιέφσκι συνελήφθη και πέρασε από έκτακτο στρατοδικείο, με την κατηγορία της “προδοτικής συνωμοσίας” για τη συμμετοχή του στο πολιτικο-φιλοσοφικό κίνημα Πετρασέφσκι. Η ποινή που του επιβλήθηκε ήταν 4 χρόνια καταναγκαστικά έργα και για απροσδιόριστο χρόνο στρατιωτική υπηρεσία σαν απλός στρατιώτης. Στην πραγματικότητα, αυτή η περιπέτεια του στοίχισε μια ολόκληρη δεκαετία. Στο δικαστήριο δεν αρνήθηκε τις φιλελεύθερες πεποιθήσεις του, ούτε το ενδιαφέρον του για τον ουτοπικό σοσιαλισμό και τη διαμαρτυρία του για τα στρεβλά της ρωσικής πραγματικότητας της εποχής του. Δήλωσε «αφελής έντιμος ανθρωπιστής και λόγιος, που απέβλεπε στο γενικό καλό της ανθρωπότητας», αλλά το δικαστήριο δεν έκανε δεκτή την απολογία του. Έτσι, τον Νοέμβριο του 1849, δικάστηκε και καταδικάστηκε σε θάνατο. Τελικά, η ποινή του μετατράπηκε σε τετραετή εξορία και καταναγκαστικά έργα στο Ομσκ της Σιβηρίας.

Το φθινόπωρο του 1855 έγινε υπαξιωματικός και τον επόμενο χρόνο προήχθη σε αξιωματικό. Σχεδόν τέσσερα χρόνια αργότερα, την άνοιξη του 1859 του επιτράπηκε η επιστροφή του στην Ευρωπαϊκή Ρωσία, όχι όμως ακόμα και στις μεγάλες πόλεις. Αυτό έγινε τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους. Κατά την περίοδο της στρατιωτικής του θητείας, το 1857, έκανε τον πρώτο του γάμο με τη Μαρία Ισάγιεβα, μία γυναίκα γοητευτική και μορφωμένη, με προφανή ωστόσο ψυχολογική διαταραχή.

Το 1859, ο Ντοστογιέφσκι επέστρεψε στην Πετρούπολη, όπου ξεκίνησε μαζί με τον με τον αδελφό του την έκδοση δύο περιοδικών. Το εγχείρημα δεν απέβη επιτυχές και ο συγγραφέας βρέθηκε καταχρεωμένος. Μόνος τρόπος για να ξεπληρώσει τα χρέη του ήταν η συγγραφή και πράγματι, σε αυτό το διάστημα συνέγραψε κάποια από τα καλύτερα έργα του, όπως Ο παίκτης, Οι αδερφοί Καραμαζώφ, Έγκλημα και Τιμωρία, Ο Ηλίθιος, Οι δαιμονισμένοι. Την ίδια περίοδο ωστόσο υπέπεσε και στο πάθος του για τα τυχερά παιχνίδια, γεγονός που τον έφερε στο χείλος της υλικής και της σωματικής του καταστροφής. Όταν τελικά κατάφερε να ανασάνει από το βάρος των χρεών του, ανέλαβε τη διεύθυνση του περιοδικού Πολίτης και λίγα χρόνια αργότερα εξέδωσε το δικό του περιοδικό, Το Ημερολόγιο Ενός Συγγραφέα, που σε αντίθεση με τις προηγούμενες εκδοτικές εμπειρίες σημείωσε τεράστια επιτυχία.

Ο Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι πέθανε στην Πετρούπολη, κοντά στη δεύτερη σύζυγό του, Άννια Γρηγορίεβνα, στις 9 Φεβρουαρίου του 1881, σε ηλικία 60 ετών. Ο τάφος του βρίσκεται στο Κοιμητήριο Tikhvin, στο Μοναστήρι Αλεξάντερ Νιέφσκι. Το Νοέμβριο του 1991, με τη συμπλήρωση 150 χρόνων από τη γέννησή του, η τελευταία του κατοικία στην Πετρούπολη, ένα σπίτι στον 2ο όροφο της οδού Κουζνέτσνυ 5,  με έξι δωμάτια, ταπεινή επίπλωση και θέα στην Εκκλησία του Αγίου Βλαντίμιρ, μετατράπηκε σε μουσειακό χώρο με την ονομασία “Μουσείο Ντοστογιέφσκι της Αγίας Πετρούπολης” και άνοιξε τις πύλες του στο ευρύ κοινό.

Κάποια από τα πιο αντιπροσωπευτικά του έργα είναι: Οι φτωχοί (1846), Ο σωσίας (1846), Νιετόσκα Νιεζβάνοβα (1849), Το όνειρο του θείου μου (1859), Το χωριό Στεπαντσίκοβο και οι κάτοικοί του (1859), Αναμνήσεις από το σπίτι των πεθαμένων (1860-1862), Ταπεινοί και καταφρονεμένοι (1861), Σημειώσεις από το υπόγειο (1864), Ο παίκτης (1866),  Έγκλημα και τιμωρία (1866), Ο ηλίθιος (1868), Ο αιώνιος σύζυγος (1870), Οι δαιμονισμένοι (1871-1872), Ο έφηβος (1875), Αδελφοί Καραμαζώφ (1879-1880).

Advertisement

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s