Τσε

Ο Ερνέστο Γκεβάρα ντε λα Σέρνα (ισπανικά: Ernesto Guevara de la Serna), γεννήθηκε στις 14 Ιουνίου του 1928, στην πόλη Ροσάριο της Αργεντινής. Γνωστός ως Τσε Γκεβάρα ή απλά Τσε, ήταν γιατρός στο επάγγελμα, Μαρξιστής-Λενινιστής επαναστάτης, ένας από τους αρχηγούς των ανταρτών στην Κούβα και πολιτικός. Ανάπτυξε θεωρίες πάνω στη στρατηγική του μοντέρνου ανταρτοπολέμου και προσπάθησε να τις εφαρμόσει στην πράξη. Η 14η Ιουνίου είναι η ημερομηνία που επίσημα αναγράφεται στο πιστοποιητικό γεννήσεώς του. Ωστόσο, σύμφωνα με τον βιογράφο του Τζων Λι Άντερσον, η μέρα γέννησής του τοποθετείται έναν μήνα νωρίτερα, στις 14 Μαϊου του ίδιου έτους. 

Ovi_greece_0616_020aΟ Ερνέστο ήταν το μεγαλύτερο από τα πέντε συνολικά παιδιά της οικογενείας του. Με καταβολές από την Ισπανία και την Ιρλανδία, η οικογένειά του ανήκε στις ολιγαρχικές τάξεις της Αργεντινής, διατηρούσε ωστόσο στενότατη επαφή με ανθρώπους χαμηλότερων κοινωνικών στρωμάτων, λόγω των εξαιρετικά προοδευτικών ιδεών της. Η στάση αυτή των δικών του συχνά κατακρίθηκε από άλλα μέλη της ολιγαρχικής τάξης ως προκλητική, ο Ερνέστο όμως, κατά την παιδική του ηλικία, εξαιτίας ειδικά αυτής της στάσης των γονιών του, είχε την ευκαιρία να συναναστρέφεται παιδιά όλων των κοινωνικών στρωμάτων, που μπαινόβγαιναν άνετα στο σπίτι του, γεγονός που ενίσχυαν οι δικοί του, καθώς ο ίδιος ήταν ένα σοβαρό και εσωστρεφές αγόρι. Αυτό ακριβώς ήταν που βοήθησε και στη μετέπειτα ανάπτυξη της κοινωνικότητάς του.

Σε ηλικία δύο μόλις ετών, διαπιστώθηκε ότι ο Ερνέστο έπασχε από άσθμα, ασθένεια που τον συνόδεψε σε όλη του τη ζωή, συντελώντας ταυτόχρονα και στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του. Για τον ίδιο ακριβώς λόγο, δεν φοίτησε παρά ελάχιστα στο σχολείο και έλαβε την εκπαίδευσή του κυρίως κατ’ οίκον. Λάτρης της λογοτεχνίας, στα πρώτα κιόλας χρόνια της εφηβείας του είχε ήδη μελετήσει κλασική ευρωπαϊκή ποίηση και λογοτεχνία, αρχαία ελληνική φιλοσοφία, καθώς και πραγματείες των Φρόυντ και Ράσελ. Μετά το Λύκειο, γράφτηκε στη Σχολή Εφαρμοσμένης Μηχανικής του Μπουένος Άιρες, την οποία εγκατέλειψε για χάρη της Ιατρικής, επηρεαζόμενος τόσο από το δικό του άσθμα, όσο και από τον θάνατο της γιαγιάς του, που λάτρευε.

Οι σπουδές του στην Ιατρική ολοκληρώθηκαν το 1953, ωστόσο δεν άσκησε ποτέ το επάγγελμα του γιατρού. Καθώς είχε ήδη εξασφαλίσει άδεια εργασίας νοσοκόμου σε εμπορικά πλοία, για αρκετό διάστημα ταξίδεψε, καταγράφοντας τις εμπειρίες των ταξιδιών του πάνω σε κοινωνικά θέματα των λατινοαμερικανικών χωρών, εισχωρώντας παράλληλα όλο και πιο βαθιά στην πολιτική και στον μαρξισμό.

Στα ταξίδια του ο Τσε με σταθμούς στη Βολιβία, το Περού, τον Παναμά, την Κόστα Ρίκα, τη Νικαράγουα, το Ελ Σαλβαδόρ και τελικά τη Γουατεμάλα, ήρθε σε επαφή με έναν ευρύ κύκλο εξόριστων αριστερών διανοούμενων και το 1954, εντάχθηκε επίσημα στο Κομμουνιστικό Εργατικό Κόμμα (Partido Guatemalteco de Trabajo), λαμβάνοντας οριστικά θέση υπέρ της κυβέρνησης της Γουατεμάλας. Οι πολιτικές εξελίξεις που έζησε εκεί, τον σημάδεψαν βαθιά και η εμπειρία που αποκόμισε κατά την περίοδο διαμονής του στη χώρα χαρακτηρίζεται ως σημείο πολιτικής καμπής για τον ίδιο.

Την περίοδο αυτή, ακολούθησε μια άλλη μακρά περίοδος στο Μεξικό, που αποτελούσε προορισμό για πολλούς εξόριστους Λατινοαμερικανούς. Εκεί, προκειμένου να συντηρείται οικονομικά, ο Τσε εργάστηκε ως γιατρός και ως φωτογράφος. Εκεί συναντήθηκε για πρώτη φορά και με τον Φιντέλ Κάστρο, το 1955, όπου ο Κάστρο είχε καταφύγει μετά την αποφυλάκισή του. Μια σειρά πολυάριθμων συζητήσεων μεταξύ τους γύρω από την πολιτική κατάσταση στη Λατινική Αμερική, είχε ως αποτέλεσμα το κίνημα της 26ης Ιουλίου, που πέτυχε την ανατροπή του δικτατορικού καθεστώτος του Φουλχένσιο Μπατίστα, στην Κούβα. Σε αυτό, αρχικά ο Ερνέστο συμμετείχε προσφέροντας τις ιατρικές του γνώσεις και στη συνέχεια, ως διοικητής των ανταρτών. Την ίδια περίοδο θεωρείται πως απέκτησε και το παρωνύμιο Τσε (Che), προερχόμενο από τη συχνή χρήση της λέξης από τον ίδιο, που σημαίνει κάτι του τύπου “ρε φίλε”.

Με τη διαρκώς αυξανόμενη ανάμειξή του σε ένοπλες δραστηριότητες και τις εξαιρετικές ικανότητες που διέθετε, σύντομα ανέβηκε στην ιεραρχία του αντάρτικου σώματος, κερδίζοντας το σεβασμό από τους υπόλοιπους αντάρτες, συχνά και τον φόβο που προκαλούσε σε κάποιες περιπτώσεις η σκληρότητά του. Ο Τσε Γκεβάρα ήταν ο πρώτος στον οποίο δόθηκε το αξίωμα του Κομαντάντε του Επαναστατικού Στρατού της Κούβας, στις 21 Ιουλίου 1957.

Η μεγαλύτερη στρατιωτική του επιτυχία ήταν η κατάκτηση της Σάντα Κλάρα, στις 29 Δεκεμβρίου του 1958, μέσω της οποίας ο δρόμος για την πρωτεύουσα Αβάνα ήταν πλέον ελεύθερος. Την 1η Ιανουαρίου του 1959, ο δικτάτορας Μπατίστα εγκατέλειψε πλέον την Κούβα, με προορισμό τη Δομινικανή Δημοκρατία. Τη μάχη στη Σάντα Κλάρα, που υπήρξε καθοριστική στιγμή στην ιστορία της κουβανικής επανάστασης, ακολούθησαν και άλλες σημαντικές πολεμικές συγκρούσεις, πριν την τελική επικράτηση των ανταρτών.

Μετά την επανάσταση, ο Τσε αποτέλεσε σημαντικό μέλος της νέας κουβανικής κυβέρνησης, που ξεκίνησε άμεσα να πραγματοποιεί ριζικές μεταρρυθμίσεις, εξασφαλίζοντας δωρεάν σύστημα υγείας και εκπαίδευσης στα κατώτερα κοινωνικά στρώματα, στο μεγαλύτερο ποσοστό τους αναλφάβητα μέχρι τότε. Κατά τη διάρκεια της συμμετοχής του στη νέα κυβέρνηση, ο Τσε Γκεβάρα κατέλαβε διάφορες υψηλές διοικητικές θέσεις, στις οποίες εργάστηκε σκληρά για το καλύτερο του λαού της Κούβας. Ερχόμενος σε ρήξη με τον Φιντέλ Κάστρο κυρίως σε θέματα που αφορούσαν τις σχέσεις της Κούβας με τη Σοβιετική Ένωση, το 1965, συνέταξε ένα αποχαιρετιστήριο γράμμα και έφυγε με στόχο την οργάνωση νέων επαναστατικών κινημάτων στο Κονγκό, την Τανζανία και αργότερα στη Βολιβία, όπου οι προσπάθειές του για οργάνωση ενός αντάρτικου στρατού δεν υποστηρίχθηκαν σωστά, με συνέπεια, κατά τη διάρκεια μιας μάχης, να τραυματιστεί, να συλληφθεί και τελικά να δολοφονηθεί, στις 9 Οκτωβρίου του 1967.

Ο θάνατός του σημειώθηκε λίγο μετά τη 1:00 το μεσημέρι. Στην Κούβα, ο Φιντέλ Κάστρο κράτησε αρχικά επιφυλακτική στάση απέναντι στην είδηση του θανάτου του, ωστόσο στις 15 Οκτωβρίου αποδέχτηκε το γεγονός, μετά από εμφάνιση φωτογραφικών αποδείξεων.

Το πτώμα του Γκεβάρα μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο Σαν Χοσέ ντε Μάλτα όπου έγινε και νεκροψία, σύμφωνα με την οποία ο θάνατός του προκλήθηκε από τα τραύματα που έφερε στο θώρακα και την αιμορραγία. Το πτώμα του έπρεπε να “εξαφανιστεί” από τους στρατιωτικούς, χωρίς να αφήσει  κανένα ίχνος και γι αυτό θάφτηκε κοντά στο αεροδρόμιο. Νωρίτερα, στο νοσοκομείο, είχαν κοπεί τα χέρια του, τα οποία διατηρήθηκαν σε φορμόλη προκειμένου να γίνει αργότερα η αναγνώρισή του. Το πτώμα του έμεινε στον μυστικό του τάφο μέχρι που ανακαλύφθηκε στις 12 Ιουλίου 1997, στο Βαγιεγκράντε της Βολιβίας, οπότε και μεταφέρθηκε στην Κούβα και κηδεύτηκε στη Σάντα Κλάρα, την πόλη που ο ίδιος είχε κατακτήσει το 1958, ανοίγοντας το δρόμο για την τελική νίκη του Κάστρο.

Ανάμεσα στα αντικείμενα του Τσε Γκεβάρα που διέθεταν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τους διώκτες του, ανήκε και το ημερολόγιό του, στο οποίο καταγράφονταν τα γεγονότα που σχετίζονταν με τη δράση του αντάρτικου σώματος στο έδαφος της Βολιβίας. Η πρώτη καταχώρηση σε αυτό είχε γίνει στις 7 Νοεμβρίου του 1966, λίγο καιρό μετά την εγκατάστασή του στη χώρα, ενώ η τελευταία, σημειώθηκε στις 7 Οκτωβρίου 1967, μία ημέρα πριν την σύλληψή του. Στο ημερολόγιο αναφέρονται τα αίτια της αποτυχίας του αντάρτικου στρατού. Μετά από ελέγχους της γνησιότητάς του, το ημερολόγιο  τυπώθηκε στην Κούβα, στις 22 Ιουνίου του 1968. Η διανομή του έγινε δωρεάν και συγχρόνως δημοσιεύτηκε σε άλλα έντυπα ανά τον κόσμο.

 

Σχολιάστε