Εμείς, οι Ντάνιελ Μπλέικ

Η πείνα είναι ένα κτήνος αδίστακτο που ξυπνά και στριφογυρίζει στα σωθικά σου κι όσο δεν το ταΐζεις τόσο αυτό ζωντανεύει και σου μιλάει με χίλιες φωνές. Σου λέει να κάνεις πράγματα που δε θα έκανες ποτέ και ξέρεις ότι θα μπορούσες να κάνεις τα πάντα. Κι ύστερα δε φοβάσαι πια για τη ζωή σου. Φοβάσαι μόνο μη χάσεις το μυαλό σου.

Ο Χρόνης Μίσσιος είπε «αφού δεν κατάφερα να αλλάξω το σύστημα παλεύω να μη με αλλάξει εκείνο».

Εχθές το βράδυ είδα το «Εγώ, ο Ντάνιελ Μπλέικ». Συνοπτικά η υπόθεση αφορά έναν ηλικιωμένο μαραγκό που παλεύει με το σύστημα για να πάρει επίδομα ασθενείας ύστερα από ένα καρδιακό επεισόδιο που δεν του επιτρέπει πια να εργαστεί, κι ενώ ο γιατρός του και οι φυσιοθεραπευτές του είναι απόλυτοι σε αυτό, το… σύστημα επιμένει πως μπορεί μια χαρά να εργαστεί και δεν δικαιούται τέτοιο επίδομα. Αυτό που θα πρέπει να κάνει είναι αίτηση για επίδομα ανεργίας και παράλληλα να ψάχνει για δουλειά. Ο Ντάνιελ Μπλέικ κάνει ό,τι του υποδεικνύει το σύστημα και οι εκπρόσωποί του, όλα αυτά τα μισερά ανθρωπάκια που εξαντλούν κάθε σαδιστικό τους ένστικτο και κάθε εξουσιαστικό τους απωθημένο πάνω στους ανήμπορους κι αβοήθητους ανθρώπους, πάνω στους αρρώστους, πάνω στους άνεργους γονείς, πάνω στους δυστυχισμένους.

Περιμένει ώρες στην αναμονή για να ακούσει τις ίδιες και τις ίδιες και τις ίδιες δικαιολογίες και αντιφάσεις, απαντά στις ίδιες και τις ίδιες και τις ίδιες ηλίθιες, ανούσιες και γελοίες ερωτήσεις, υπακούει στους νόμους του συστήματος κι επιμένει διεκδικώντας τα δικαιώματά του, όμως το σύστημα δεν σκοπεύει ποτέ να βοηθήσει. Το σύστημα θέλει απλώς να τον εξαντλήσει, ώστε να πάψει να το ενοχλεί.

Το σύστημα που παίρνει όλες τις αποφάσεις για μας χωρίς εμάς, δε λειτουργεί ποτέ για μας. Κανένα σύστημα δε δημιουργήθηκε για τον άνθρωπο. Κανένα σύστημα δεν έχει ανάγκη τον άνθρωπο και κανένα σύστημα δεν είχε, ούτε έχει ποτέ του σκοπό να κάνει το παραμικρό για τον άνθρωπο. Το σύστημα είναι μια μηχανή τερατώδης, αυτοσυντηρούμενη και αυτοτροφοδοτούμενη, η οποία θα συνεχίσει να λειτουργεί ακόμα κι όταν δεν θα υπάρχει πια κανείς. Γι αυτό και το σύστημα δεν αλλάζει ποτέ. Όμως μπορεί να αλλάξει εμάς κι εμείς μπορούμε όσο αντέχουμε να μην του το επιτρέψουμε.

Σε αντίθεση με το κράτος, το σύστημα δεν έχει τσίπα.

Ovi_greece_0417_043a.gifΈνα κράτος μπορεί να λειτουργήσει για τον άνθρωπο. Το σύστημα όχι.

Ο Ντάνιελ Μπλέικ πεθαίνει περιμένοντας, ξεπουλώντας τα υπάρχοντά του, χάνοντας τον αυτοσεβασμό του, χάνοντας την αξιοπρέπειά του. Κι όταν τα χάσεις αυτά, δεν έχεις να χάσεις τίποτε άλλο. Κι εκεί θεριεύουν τα τέρατα μέσα σου. Η πείνα, ο θυμός, ο πόνος, η εκδίκηση, η αυτοκαταστροφή.

Κι η Κέιτι, η νεαρή μαμά με τα δυο παιδιά, κάθε μέρα λέει ότι έφαγε νωρίτερα γιατί δεν έφαγε τίποτα και κλέβει από το σούπερ μάρκετ σερβιέτες. Σερβιέτες! Ένας άνθρωπος να έχει τρεις μέρες να φάει και να αναγκάζεται να κλέψει όχι φαγητό, αλλά σερβιέτες, τομάρια του κερατά καταραμένα. Κι όχι αυτό ΔΕΝ είναι ταινία, είναι καθημερινότητα και είναι Ελλάδα και είναι 2017.

Όταν ο άνθρωπος περάσει από τη ζωή στη φτώχεια κι από τη φτώχεια στην ανέχεια, νιώθει απειλή. Απειλούνται τα όριά του. Τα όρια που θέτουμε στη ζωή μας είναι το πρώτο κι ίσως βασικότερο δείγμα αυτοεκτίμησης και αυτοσεβασμού κι είναι επίσης το πρώτο που κλονίζεται όταν η ζωή πιάσει την κατηφόρα. Το σπίτι μας, ο προσωπικός μας χώρος, το καταφύγιό μας, το σημείο αναφοράς μας. Εκεί που θα αποσυρθούμε σε κάθε τέλος της μέρας και θα είμαστε ο εαυτός μας στο εκατό τοις εκατό. Εκεί που θα ξεκουραστούμε, θα συναντηθούμε με τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειάς μας, θα επικοινωνήσουμε με τον τρόπο μας, θα ανασυνταχθούμε για τη μάχη της επόμενης μέρας. Ο άνθρωπος χωρίς σπίτι δεν έχει σημείο αναφοράς. Δεν ξεκουράζεται ποτέ. Κι η ανέχεια χτυπάει κατευθείαν και πρώτα στα σπίτια κι ύστερα σε μας τους ίδιους. Γιατί ακόμα κι όταν κρυβόμαστε μέσα στο σπίτι μας και κλείνουμε το τηλέφωνο και προσποιούμαστε τους απασχολημένους γιατί δεν μπορούμε πια να έχουμε επαφές με άλλους ανθρώπους, η ανέχεια μας βρίσκει. Γλιστράει μέσα από τις χαραμάδες και απλώνεται σε κάθε τετραγωνικό εκατοστό του σπιτιού μας και αρχίζει να τρώει τα πάντα από μέσα. Σαν την πείνα. Και γίνεται κι αυτή άλλο ένα τέρας και η κούρασή μας γίνεται αρρώστια.

Στο τέλος μένουμε μόνοι, αντιμέτωποι με θηρία σε κάθε μεριά. Κι αν το κράτος είναι αποφασισμένο να τα έχει καλά με το σύστημα και το σύστημα έχει αποφασίσει ότι αδιαφορεί, τότε δεν υπάρχουν και πολλά που μπορούν να γίνουν.

Το κακό σε αυτές τις περιπτώσεις – και στην Ελλάδα βλέπουμε και ζούμε πάρα πολλές – είναι πως μόνο εμείς οι ίδιοι, όλοι εμείς οι Ντάνιελ Μπλέικ είμαστε οι μόνοι που μπορούμε να κάνουμε το οτιδήποτε που θα ανακουφίσει προσωρινά ή θα λύσει κάπως το πρόβλημα. Μαζί. Αλλά εκεί ξεκινούν άλλα προβλήματα. Εκεί μπαίνουν άλλα εμπόδια. Θα μπει μπροστά ο εγωισμός, η τσαλακωμένη αξιοπρέπειά μας, η ντροπή. Θα δουλέψει και λίγο ο γρύλλος και χωρίς να το καταλαβαίνουμε θα λειτουργήσουμε και λίγο μιμούμενοι το σύστημα, και τίποτα περισσότερο από μια πολύ προσωρινή ανακούφιση δε θα καταφέρουμε.

Τίποτα παραπάνω από το προσωρινό και αυτό το προσωρινό είτε θα γίνει μόνιμο είτε θα πάψει, πάντως όποιος μπει στο μάτι του συστήματος κι έρμαιο της ανέχειας είτε για λόγους ηλικίας, είτε ασθενείας, είτε επειδή είναι η Κέιτι που δεν έχει προβλήματα υγείας αλλά μεγαλώνει δυο παιδιά μόνη και τα χέρια της είναι δεμένα από το πρόγραμμα των παιδιών της κι έτσι δεν βρίσκει δουλειά, ζει από κει κι έπειτα μέσα στη δική του μαύρη τρύπα κι είναι σχεδόν αδύνατο να βγει.

Ο Ντάνιελ Μπλέικ πεθαίνει πριν προλάβει να ακουστεί. Πόσοι από μας πεθαίνουμε πριν μας ακούσει κάποιος; Η Κέιτι πουλάει το σώμα της για να αγοράσει φρέσκα φρούτα στα παιδιά της. Πόσες γυναίκες ξεπουλάνε τα πάντα τους για ένα φρέσκο φρούτο;

Και ξέρετε τι γίνεται μετά; Φταίμε όλοι.

Φταίμε χωρίς να φταίμε όμως φταίμε γιατί γινόμαστε μάρτυρες κακοποίησης, εξευτελισμού και δολοφονίας συνανθρώπων μας καθημερινά, σε κάθε τρύπα του συστήματος και του κράτους που έχει αποφασίσει ότι δεν έχει σκοπό να λειτουργήσει για μας. Σε κάθε υπηρεσία, σε κάθε ταμείο, σε κάθε κοινωνικό φορέα, κάθε μέρα, κάθε στιγμή, άνθρωποι δίπλα μας εξευτελίζονται και γελοιοποιούνται και κακοποιούνται συστηματικά, κάποιες φορές κι εμείς οι ίδιοι, και όλοι είμαστε Ντάνιελ Μπλέικ. Όλοι είμαστε μάρτυρες κι όσο ορισμένοι κι αν κλείνετε τα μάτια και τα αυτιά σας, ξέρετε πως βλέπετε κι ακούτε. Και η μαρτυρία γίνεται συνενοχή κι είμαστε συνένοχοι και φορτωνόμαστε ενοχές κι ας μη φταίμε, όμως φταίμε γιατί είμαστε άνθρωποι κι ο άνθρωπος δε γίνεται να μην συμπάσχει και να μην πονά όταν κάποιος υποφέρει δίπλα του.

Αλλάζει το σύστημα; Ειλικρινά, δεν ξέρω. Όμως ξέρω αυτό: Αν στην επόμενη αδικία που θα δούμε μπροστά μας δεν κατεβάσουμε το κεφάλι και δεν κάνουμε ότι δε βλέπουμε και σταθούμε δίπλα στον άνθρωπο που μας χρειάζεται ενώνοντας τη φωνή μας με τη δική του κι απαιτώντας μαζί του τα δικαιώματά του (που είναι και μας) να γίνουν σεβαστά, τότε είμαστε σε πάρα πολύ καλό δρόμο. Ίσως όχι να αλλάξουμε το σύστημα, αλλά να το αναγκάσουμε να συμμορφωθεί.

Κατερίνα Χαρίση

Σχολιάστε