Το φατσομπούκι κι ο χαφιές

«Τι θες ρε Γεράσιμε;»
«Να δω κύριε Θόδωρε;»
«Το φασομπούκι, κύριε Θόδωρε.»
«Και που θα δεις το φασομπούκι, ρε Γεράσιμε;»
«Στο κομπιούτερ!» αυτό με θριαμβευτικό χαμόγελο!

Ovi_greece_0117_058a.gifΓεράσιμος, όπου ο χαφιές της επιχείρησης. Αλλά τι χαφιές. Χαφιές με ειδικότητα. Ειδικότητα φατσομπούκι. Όλα ξεκινήσανε πριν από ένα χρόνο περίπου, όταν ο Γεράσιμος ανέφερε στον κύριο Πέτρο- το μεγάλο αφεντικό – είμαστε μια επιχείρηση με διαβαθμίσεις αφεντικών, αλλά ο κύριος Πέτρος είναι ο μεγάλος – ότι πολλοί υπάλληλοι και ειδικά οι γραμματείς, δεν δουλεύουν αλλά περνάνε την ώρα τους βλέποντας φωτογραφίες από γάτες στο φατσομπούκι. Υπήρχε και μια που έβλεπε τούρκικα σήριαλ, αλλά αυτό ήταν άλλη ιστορία.

Ο κύριος Πέτρος που έχει γιο και κόρη ήξερε τι είναι το φατσομπούκι και το είχε κατατάξει στα αρνητικά της ζωής, που σαν το χέβι μέταλ οδηγούν τα παιδιά μας στο σατανά, κι αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να χρίσει χαφιέ τον αγγελιοφόρο, τον Γεράσιμο. Αυτό που έκανε ο Γεράσιμος ήταν πολύ απλό, γυρνούσε τα γραφεία δυο τρεις φορές την ημέρα και κοίταζε τις οθόνες. Αν εντόπιζε οθόνη με το Facebook ανοιχτό, έρχονταν από πίσω σου και έκανε: «Χμουμ!» Με πολύ σοβαρό ύφος!

Όπως ακριβώς το έγραψα. Δεν ήταν ένα «χμμ!» ή ένα και καλά βηχαλάκι, ήταν «Χμουμ», Πως κάνει η πέτρα όταν τη ρίχνεις σε πηγάδι; Κάπως έτσι. Που να το ακούς και να περιμένεις τη συνέχεια από την ηχώ.

«Μπα, καινούργιο φατσομπούκι κύριε Θόδωρε;»
«Εξέλ είναι Γεράσιμε.»
«Έτσι το λένε;»
«Γεράσιμε φύγε πριν σουπει τίποτα ο παππάς στ’ αυτί.»
«Μα να μάθω θέλω κύριε Θόδωρε.»
«Γεράσιμε, φύγε.»

Στέλλα κρατάω μαχαίρι κι άλλα τέτοια. Αλλά ο Γεράσιμος ακίνητος. Ένα μυστήριο με αυτόν τον άνθρωπο. Πώς μπήκε στο γραφείο μου χωρίς να ακούσω τη πόρτα να ανοίγει, πώς ήρθε πίσω από το γραφείο μου, πίσω από την καρέκλα, πίσω από την πλάτη μου και έβαλε το κεφάλι του δίπλα στον ώμο μου, δεν το κατάλαβα.

«Γεράσιμε, με ενοχλούν όσοι κοιτάζουν πίσω από τη πλάτη μου την ώρα που δουλεύω.»
«Νόμιζα ότι κοιτάζατε το φατσομπούκι κύριε Θόδωρε.»
«Με έχεις δει πολλές φορές να κοιτάζω το φατσομπούκι, Γεράσιμε;»
«Όλοι κοιτάζουν το φασομπούκι κύριε Θόδωρε».
«Εσύ το κοιτάζεις το φασομπούκι, Γεράσιμε;»
«Εγώ δεν ξέρω κύριε Θόδωρε και κανένας δεν θέλει να μου δείξει.»
«Γιατί δεν ρωτάς την κόρη του κυρίου Πέτρου; Όλη την ώρα στο φατσομπούκι είναι από το τηλέφωνό της. Να στο δείξει να κάνεις κι εσύ το ίδιο και να σταματήσεις να ενοχλείς εμένα.»
«Την κυρία Νίνα;» Και με το που είπε το όνομα τον ένιωσα να τινάζεται.

Γύρισα και τον κοίταξα. Ο Γεράσιμος άγαλμα να με κοιτάει κατακόκκινος και έντρομος.

«Τη Σταματίνα, Νίνα την λένε τώρα;»
«Μην τη λέτε Σταματίνα κύριε Θόδωρε, δεν της αρέσει.»
«Και πώς να την λέω Γεράσιμε;»
«Νίνα.»
«Σκέτο όπως την Μαντόνα;» Και το κοκκίνισμα του Γεράσιμου να κοντεύει να φτάσει μέχρι το κούτελο.

Ο Γεράσιμος δεν είναι μεγάλος, Αντε να είναι τριάντα πέντε. Και η Σταματίνα που έγινε Νίνα δεν είναι πολύ μικρή, άντε στα εικοσιπέντε. Η μεγάλη κόρη του κυρίου Πέτρου και μάλλον το μόνο έξυπνο από τα παιδιά του. Ήξερε και να λέει καλημέρα εκτός από ουγκ που έκανε ο γιος του κυρίου Πέτρου κάθε φορά που τον συναντούσα στο εργοστάσιο. Η Νίνα εκτός από το να λέει καλημέρα ήξερε και να μετράει.

Στα γραφεία την βλέπουμε συχνά, τουλάχιστον τρεις φορές την εβδομάδα, άλλα οι σκέψεις της είναι σύντομες και ολιγόλογες, πάντα στο στόχο. Έτυχε σε μερικές από αυτές να είμαι μάρτυρας.

«Δωσ’ μου.»
«Δεν βλέπεις ότι έχω δουλειά;»
«Δωσ’ μου.»
«Δεν νομίζεις ότι ήρθε η ώρα να βρεις κι εσύ δουλειά;»
«Δωσ’ μου.»
«Προχθές δεν σου έδωσα;»
«Δωσ’ μου.»
«Όχι τώρα.»
«Δωσ’ μου.»
«Πόσα;»
«Δωσ’ μου.»

Ο κύριος Πέτρος ανοίγει συρτάρι, βγάζει πορτοφόλι, πιάνει μονόευρα, πεντόευρα και πού ‘ντα, τα ριάλια, τα ριάλια και της δίνει ό,τι πιάσει. Η Σταματίνα που έγινε Νίνα τα βουτάει, τα μετράει και τον κοιτάει. Κι ο κύριος Πέτρος προσθέτει τα  σελίνια μονά και διπλά. Κάπως έτσι ξέρω ότι είναι ολιγόλογη, πάντα στο στόχο και ότι ξέρει να μετράει.

«Ρε Γεράσιμε, μας αρέσει η Νίνα; Η κόρη του κυρ-Πέτρου βρε Γεράσιμε;» Και ο Γεράσιμος εξαφανίστηκε από τη πλάτη μου και από το γραφείο μου σαν αστραπή.

Από εκείνη τη μέρα ο Γεράσιμος συνεχίζει μεν τους ελέγχους για φατσομπούκι στις οθόνες αλλά στο δικό μου γραφείο δεν ξαναμπήκε, κι όποτε τον συναντάω σε κανένα διάδρομο του κλείνω το μάτι και ψιθυρίζω χωρίς να με ακούει κανένας, «την Νίνα βρε Γεράσιμε;»

Θόδωρος Νάσος

Σχολιάστε